Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου 2013

Τα άκρα και τα μέσα της καθεστηκυίας πολιτικής


Πολλών λεπτών σιγή, για να σκεφτόμαστε
Προσφέρω λίγες επίκαιρες γραμμές



Δεν υπάρχουν άκρα ούτε μέσα, υπάρχουν λόγοι και πράξεις, σε βάθος χρόνου και σε όλα τα ζητήματα. Με βάση μια κατά το δυνατό καλή και σφαιρική ενημέρωση.
Επιμένω στις προϋποθέσεις της σκέψης μας, κυρίως όταν πρόκειται για πολιτική σκέψη. Τι σημαίνει προϋποθέσεις της σκέψης ; Όλοι, όταν σκεφτόμαστε, προϋποθέτουμε κάποια πράγματα, που θεωρούμε δεδομένα. Και πάνω σε αυτά οικοδομούμε τη σκέψη μας και την έκφρασή της με λόγια ή γραπτά. Παράδειγμα απλό, απλούστατο, και επικαιρικό για την τωρινή συζήτησή μας. Για να πω ότι κάποιος είναι δεξιός, προϋποθέτω πως ξέρω τι είναι δεξιά, προϋποθέτω ακόμα πιο πριν ότι υπάρχει η διαίρεση δεξιάς-αριστεράς, προϋποθέτω ότι αυτά τα ξέρει και τα δέχεται ο συνομιλητής μου. Συμπληρώνω εδώ ότι, τι μπορεί να σκέφτεται ο καθένας για το τι είναι δεξιά, ή αριστερά, αποτελεί συζήτηση χωρίς τέλος. Γίνεται έτσι φανερό ότι αυτές οι προϋποθέσεις είναι πολλές φορές αίολες, γελοίες, αστήρικτες, αυθαίρετες. Υποκειμενικές και μεροληπτικές. Το οικοδόμημα της ρητορείας είναι σαθρό, καταρρέει όταν αποκαλυφθούν τα ανύπαρκτα θεμέλια. 
Η γεωγραφική λογική άκρων και μέσου καταργεί την κοινή λογική, τον κοινό νου. Θα μπορούσαμε να την ονομάσουμε και λογική θέσης, χώρου. Κάποιος είναι στο άκρο, και κάποιος στη μέση, στο κέντρο. Ερώτημα : ποιος κρίνει ότι μια θέση, πολιτική θέση τώρα, είναι ακραία ; Και με ποια κριτήρια ; Αδιέξοδο. Είμαστε πάντα στο χώρο, που κλείνει σε κουτάκια τους συλλογισμούς. Είμαστε μέσα στην καθεστηκυία πολιτική.  

Μια άποψη, η κάθε άποψη, είναι ορθή ή όχι με βάση διακηρυγμένα κριτήρια. Και μια πράξη υπακούει ή όχι σε αρχές. Τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ των προτέρων δεδομένο, αποδεκτό και ανομολόγητο, όταν θα συζητήσουμε για την ορθότητα μιας άποψης. Και η πράξη θα δοκιμάζεται, θα κρίνεται, με βάση τις αρχές που επικαλείται. 
Παράδειγμα απλό, απλούστατο, επίτηδες διαλεγμένο, για να φανεί η πολυπλοκότητα των πραγμάτων. Ισότητα των γυναικών. Αρχίζουμε τη συζήτηση και ο καθείς καταθέτει τα επιχειρήματά του. Εν προκειμένω, συζήτηση αιώνων. Ομολογώ σαφέστατα, όπως ο καθένας είναι υποχρεωμένος, την προϋπόθεση της επιχειρηματολογίας μου : οι γυναίκες είναι ανθρώπινες υπάρξεις. Τυχαίνει να είναι όχι μόνο ολοκάθαρη αλλά και ολοφάνερη. Ο καθείς και τα όπλα του. Ο συνομιλητής που είναι αντίθετος στην πολιτική θέση της ισότητας των γυναικών, έχει επιχειρήματα. Μπορεί, π. χ., να μου αναφέρει ότι ναι μεν, αλλά η βιολογία δείχνει ότι οι γυναίκες είναι ασθενέστερα πλάσματα. Και τα παιδιά ασθενέστερα είναι, θα μπορούσα να του απαντήσω, και μερικοί άνδρες ακόμα. Ο ίδιος συνομιλητής, μετά το «επιστημονικό» επιχείρημα, που το έχουν χρησιμοποιήσει και οι πιο φωτισμένοι πολιτικοί στοχαστές, μπορεί να μου προβάλει ένα «κοινωνικό» επιχείρημα : οι γυναίκες δεν μπορούν να κάνουν μερικά πράγματα που κάνουν οι άνδρες. Το έχει δείξει και η ιστορία, θα προσθέσει. «Ιστορικό» επιχείρημα. Οι γυναίκες δεν πήγαν στον πόλεμο. Ωραία ! Θα του απαντήσω. Και οι άνδρες δεν κάνουν παιδιά. Αιώνιο επιχείρημα. Δεν καταθέτω τα όπλα. Η άποψη μου είναι ορθή, διότι στην πολιτική σκέψη στηριζόμαστε σε αρχές υπό τον όρο ότι τις δηλώνουμε ολοκάθαρα, και βέβαια τις εφαρμόζουμε στην πράξη μας. (Θα έρθω σε λίγο σε αυτό.) Η ορθότητα της άποψής μου έγκειται στο γεγονός ότι η ισότητα των ανθρώπων είναι πολιτική κατάκτηση. Εν προκειμένω, απόρροια αγώνων. Η πραγματικότητα δεν είναι προϋπόθεση σκέψης, είναι το πιο ισχυρό επιχείρημα. Η πολιτική κατάκτηση δεν είναι προϋπόθεση σκέψης, την αποδεχόμαστε ή όχι. Εντούτοις, καθόλου δεν αρκούν όλα αυτά. 
Αφήνω το τεράστιο ζήτημα που δικαιολογημένα θα μπορούσε να θέσει κάποιος, και το θέτω κι εγώ, το ζήτημα του κατά πόσο η ισότητα των γυναικών είναι στο χαρτί και κατά πόσο έχει γίνει και πραγματικότητα. Διότι, εκτός πολλών άλλων λόγων, το ζήτημα αυτό για να τεθεί προϋποθέτει την αποδοχή της ισότητας, έστω στα λόγια. Ερχόμαστε στην πολιτική πράξη. Έγραψα ότι μια πράξη υπακούει ή όχι σε αρχές. Σε όποιον πολίτη, σε όποιον πολιτικό, διακηρύσσει την ισότητα των γυναικών, θέτουμε το πρακτικό και απλό, απλούστατο, ερώτημα : η πράξη σου, κάθε μέρα, κάθε στιγμή, σέβεται αυτή την αρχή ; Ο καθείς και τα έργα του. Ούτε άκρα, ούτε μέσα. Μακρύ το παράδειγμα, αλλά χρήσιμο για τις ανάγκες αυτού του κειμένου.     

Δεν υπάρχουν άκρα ούτε μέσα. Υπάρχουν λόγοι ορθοί ή όχι, και πράξεις συνεπείς ή όχι. Αυτή η ορθότητα και αυτή η συνέπεια εξετάζονται σε βάθος χρόνου. Αφορούν όλα τα ζητήματα. Και αναλύονται με βάση μια κατά το δυνατό καλή και σφαιρική ενημέρωση. Επειδή δεν θα μιλήσω για το θέμα της ενημέρωσης, αρκούμαι να γράψω μόνο το εξής. Η ενημέρωση δεν μπορεί να είναι ποτέ πλήρης. Το αποδέχομαι. Τότε όμως, ζητώ από όλους να πάψουν να δίνουν αυτή την απολυτότητα στο λόγο τους. Το ζητώ κυρίως από όλους αυτούς που έχουν στην Ελλάδα το μονοπώλιο του δημόσιου λόγου. Φρούδα ελπίδα, να εισακουστεί το αίτημά μου αυτό ; Ίσως.    
Λόγοι (σκέψεις) ορθοί ή όχι, σε βάθος χρόνου και σε όλα τα ζητήματα. Πράξεις (έργα) συνεπείς ή όχι, σε βάθος χρόνου σε όλα τα ζητήματα. Όταν θέσουμε τα παραπάνω κριτήρια καταλύεται η λογική των άκρων και των μέσων. Αναδεικνύεται η λογική της ορθότητας και της συνέπειας. Και τότε, η συζήτηση παίρνει τελείως άλλη τροπή. Τότε συζητάμε. Τότε σκεφτόμαστε. Πολιτικά.
Και ερωτώ. Είναι ορθή η γενικευμένη λεκτική αγένεια στο δημόσιο διάλογο ;  Δείχνουν ορθότητα δημοκρατικού διαλόγου οι χαρακτηρισμοί στη θέση των επιχειρημάτων ; Ποια ορθότητα έχουν οι βαρύγδουπες εκφράσεις που αγνοούν τη στοιχειώδη ιστορική πραγματικότητα, επιλέγουν ό,τι βολεύει τις θέσεις των εκφωνητών τους, και αθωώνουν επιπλέον την πραγματικότητα  αυτή ;
Βάθος χρόνου σημαίνει να μη ξεχνάμε την ιστορία. Η ιστορία είναι πολυποίκιλη, και κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι ξέρει τα γεγονότα όπως ακριβώς έγιναν. (Όπως ακριβώς έγιναν : ουτοπικό πρόταγμα μεγάλων μάλιστα ιστορικών.) Η ιστορία διδάσκει πολλά και τίποτα, μας διδάσκει πως δεν μπορεί να μας διδάξει τίποτα. Διότι την δημιουργούν συνεχώς οι άνθρωποι. Τι δείχνει, εντούτοις, η νωπή ιστορία, για το θέμα που συζητάμε ; Ένα απάνθισμα λόγων, θα μπορούσε κάλλιστα να δείξει ότι σχεδόν όλες οι πολιτικές θέσεις έχουν χαρακτηριστεί κατά καιρούς ακραίες από αυτούς που διαφωνούσαν. Μερικές το επικαλούνται μάλιστα, θέλουν να είναι ακραίες. Για τις πράξεις, δεν χρειάζεται να γίνει πολύ λόγος. Οι πιο σημαντικές πολιτικές πράξεις της περιόδου της «οικονομικής κρίσης» έχουν χαρακτηριστεί ακραίες ακόμα και από την αριστερά.            
Περιορίζομαι σε τούτο το κρίσιμο ζήτημα. Δύο, μεγάλοι, τρομεροί, ολοκληρωτισμοί, δύο και όχι ένας, είναι νωποί διότι χαρακτήρισαν τον εικοστό αιώνα. Γιατί ξεχνιέται τόσο εύκολα αυτό στις δημόσιες συζητήσεις στην Ελλάδα ; Και ποια σύγκριση μπορεί να γίνει ανάμεσα στα τρομερά εγκλήματα αυτών των καθεστώτων και την αποτροπιαστική δολοφονία που προέρχεται ή εμπνέεται από μια πολιτική οργάνωση του εύρους που ξέρουμε ; Γιατί αυτή η υπερβολή ; Γιατί αυτές οι ακρότητες στα χείλη των περισσοτέρων ; Γιατί τόσο μισητά λόγια να καταγγέλλουν ... το μίσος ; Εφιστώ την προσοχή, γιατί πολύ εύκολα αναποδογυρίζονται τα πράγματα στο δημόσιο διάλογο : τα δύο ολοκληρωτικά καθεστώτα δεν είναι δύο άκρα. Είναι πραγματικές καταστάσεις κοινωνιών, πολιτικά καθεστώτα πρωτοφανή στην ανθρώπινη ιστορία, που εμπνεύστηκαν από συγκεκριμένες και γνωστές ιδεολογίες, επιβλήθηκαν από μαζικά κινήματα, και διατηρήθηκαν χρησιμοποιώντας τα πιο βάρβαρα μέσα καταστολής. Δεκάδες εκατομμύρια άνθρωποι είναι θύματα των καθεστώτων αυτών. Επιλογή δεν έχει ούτε μέσο ανάμεσά τους.         

Ας πάμε στις πράξεις. Έχω ακούσει με τα ίδια μου τα αυτιά τον Χρύσανθο Λαζαρίδη, σε τηλεοπτική συνέντευξη. Στην αρχή, ο δημοσιογράφος του έθεσε μια ιστορική ερώτηση. Για το κρυφό σχολειό. Απάντησε με ένα φτωχό – ταυτολογικό λέγεται στην επεξεργασμένη γλώσσα – επιχείρημα : δεν έχουμε στοιχεία για αυτά τα σχολεία, διότι ... ήταν  κρυφά ! Το ξεπερνώ. Σημασία έχει η βιαιότητα του λόγου του, όταν με βάση αυτό και μόνο το επιχείρημα, παίρνοντας ύφος έντονο, αυστηρό, αυταρχικό, περιφρονητικό, χαρακτήρισε τους υποστηρικτές της αντίθετης άποψης. «Οι ανόητοι», είπε. Γιατί αυτή η υπεροψία, η βίαιη ακρότητα, και μάλιστα σε τέτοιο ευαίσθητο, αλλά και ιστορικό θέμα, όπου η μετριοπάθεια επιβάλλεται ; 
Θα απαντηθούν όλες αυτές οι απορίες – πάντα εν μέρει βέβαια δεδομένου της μικρής έκτασης αυτού του κειμένου –, όταν θέσουμε την δεύτερη απαίτηση της πολιτικής συζήτησης και πρακτικής : Λόγοι (σκέψεις) ορθοί ή όχι, σε όλα τα ζητήματα. Πράξεις (έργα) συνεπείς ή όχι, σε όλα τα ζητήματα.
Η γεωγραφική «θεωρία των άκρων» θέλει να περιορίσει τη συζήτηση σε μερικά μόνο ζητήματα, για να χαράξει αυτή τις διαχωριστικές γραμμές εκεί που θέλει. Διότι, αν ανοίξουμε όλα τα ζητήματα της κοινωνίας, αυτά που επιμένω να αναφέρω, θρησκεία, οικογένεια, εκπαίδευση, εργασία, φιλία, έρωτας, επίσημη κρατική-εθνικ(ιστικ)ή ιδεολογία στην Ελλάδα, ε ! τότε, θα φανεί ολοφάνερα ότι όλες, μα όλες, οι διαιρέσεις της καθεστηκυίας πολιτικής καταλύονται. Θα δούμε τους επαναστάτες να έχουν σε πολλά ζητήματα τις ίδιες απόψεις και πρακτικές με αυτούς που κατηγορούν ως αιμοσταγείς φασίστες. Θα δούμε τους μεσαίους να κατηγορούν ο ένας τον άλλον για ακρότητες. Δεν χρησιμοποίησα κατά τύχη το παράδειγμα της ισότητας των γυναικών. Ως προς τα καίρια και πραγματικά ζητήματα της σημερινής ελληνικής κοινωνίας, τα άκρα και τα μέσα εντάσσονται και δρούν μέσα στην καθεστηκυία πολιτική. Την υποστηρίζουν, την τρέφουν, την αναπαράγουν.  
Το παραπάνω τηλεοπτικό, δημόσιο, συμβάν βοηθά για να γράψουμε μερικές σκέψεις. Ο παλιός μου σύντροφος στο Κεντρικό Συμβούλιο του Ρήγα Φεραίου, Χρύσανθος, του οποίου τους αγώνες κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τιμώ, στην ίδια συνέντευξη, για να εξηγήσει τη σημερινή του πολιτική τοποθέτηση είπε ότι, στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, υπηρέτησε την πατρίδα του από κάποιες θέσεις, και τώρα την υπηρετεί από κάποιες άλλες. Αγνοώ, παραμερίζω, τη γλωσσική διατύπωση που ηχεί παράξενα και θυμίζει άλλες εποχές – αν και οι διατυπώσεις έχουν τεράστια σημασία και σε αυτή την περίπτωση απηχούν σχεδόν όλη την ουσία. Λόγος όχι μόνο εθνικιστικός αλλά και εγωιστικά υπεροπτικός. Λόγος «άκρων». Ερωτώ : όλοι οι άλλοι δεν υπηρετούν την πατρίδα ; Αυτοί που έχουν διαφορετικές πολιτικές απόψεις από τον σύμβουλο του πρωθυπουργού, τι υπηρετούν ; Ρωτώ. 
Να και μια άλλη χαρακτηριστική πρακτική. Δεν επινοώ, ούτε εφευρίσκω τίποτα. Δεν μπορώ να έχω πλήρη ενημέρωση, αλλά χάρις επίσης στις υποδείξεις και τα ψαξίματα φίλων (ανδρών και γυναικών) μαθαίνω αρκετά. Να, λοιπόν, που όταν μπούμε σε όλα τα ζητήματα και κυρίως σε αυτά της ιδιωτικής σφαίρας, οι εκπλήξεις είναι τρομερές. Την είδηση αναφέρει η γαλλική εβδομαδιαία επιθεώρηση διεθνούς τύπου, Courrier international, τεύχος 1162, 7 Φεβρουαρίου 2013, με τον τίτλο : « Néonazi et marié à une Turque ? ». (Εύκολα, βρίσκει κανείς αυτή την είδηση στο Διαδίκτυο.) Πρόκειται, για να μιλήσω πάρα πολύ συνοπτικά, για «μικτό» γάμο Έλληνα και γυναίκας τουρκικής καταγωγής. Η Χρυσή Αυγή διέγραψε από τα κιτάπια της αυτόν τον Έλληνα που ήταν μέλος της. Ζήτημα πολιτικό, ένα και μόνο ένα, δεν υπάρχει δεύτερο : ποιος είναι υπέρ και ποιος είναι κατά του «μικτού» γάμου. (Δεν μπορώ να μην αναφέρω εδώ την κρίση της Χάννας Άρεντ : η θέση απέναντι σε αυτό το θέμα αποτελεί το κύριο κριτήριο ρατσισμού ! Μεγάλη Χάννα Άρεντ ! Ελεύθερη !) 
Ας πάρουμε ένα μαγνητοφωνάκι, κι ας γυρίσουμε όλη την Ελλάδα για να ζητήσουμε την γνώμη των ανθρώπων στο θέμα αυτό. Να ακούσουμε τα λόγια, αλλά να διαπιστώσουμε και τις πράξεις. Να ακούσουμε και τα παιδιά και τους γονιούς. Από τη σκοπιά της ανάλυσής μου εδώ, δεν με ενδιαφέρουν τόσο τα ποσοστά. Σπεύδω να πω όμως, προς αποφυγήν κάθε παρανόησης, ότι ο «μικτός» γάμος υπάρχει στη σημερινή Ελλάδα, δεν είναι περιθωριακός, και είναι αποδεκτός από τους γονείς. Το παραμύθι του ρατσισμού που δήθεν κατακρατεί τα πάντα στην ελληνική κοινωνία πρέπει να πάψει. Με ενδιαφέρει να αναδειχτεί το εξής στοιχείο. Σε αυτό το συγκεκριμένο θέμα, που είναι κρίσιμο και βαθιά πολιτικό, όλες οι θεωρίες για τα άκρα και τα μέσα καταρρέουν. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η ακρότητα της Χρυσής Αυγής δεν έγκειται κυρίως στη θέση της, που αναντίρρητα είναι αποκρουστική, έγκειται στο ότι θέλει να επιβάλλει τη θέση αυτή στη ζωή των μελών της. Αυτό λέγεται στάση ολοκληρωτική. Να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Αλλά τότε, φευ τότε, θα τα λέμε για όλους ! Και για όλα ! Είναι ολοκληρωτική στάση, και όχι δημοκρατική στάση ζωής, να θέλει οποιοσδήποτε να επιβάλλει στον άλλο τι θα κάνει σε ζητήματα προσωπικής ζωής, όπως η ερωτική σχέση. Τελεία και παύλα.
Τα άκρα εδώ εξαφανίζονται. Μα όταν δεν υπάρχουν άκρα, δεν υπάρχουν ούτε μέσα. Είναι το κενό της καθεστηκυίας πολιτικής. Απόλυτο, στην Ελλάδα του σήμερα. Η απαξίωσή της μεγαλώνει. Και τότε η πολιτική, που είναι συζήτηση και πράξη, αποκτά τα δικαιώματά της.

Είναι πάντα καιρός για μια πολιτική της αυτονομίας, της (άμεσης) δημοκρατίας και των πολλών νοημάτων ζωής.  
                  
                                  νίκος ηλιόπουλος 
  Παρίσι 21 Σεπτεμβρίου 2013    

Τρίτη 18 Ιουνίου 2013

Δημοκρατικός πολιτικός μετασχηματισμός εκ θεμελίων (κείμενο για την πορεία προς ένα δημοκρατικό σύνταγμα)


του Νίκου Ηλιόπουλου


Δημοκρατικός πολιτικός μετασχηματισμός
εκ θεμελίων

Αρχή πρώτη : βάση οι καταχτημένες ελευθερίες
Η Ελλάδα έχει Σύνταγμα και νόμους που κατοχυρώνουν την υπεράσπιση και το σεβασμό των ατομικών και συλλογικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Όλα όσα προτείνονται, θεμελιώνονται στην πρώτη αυτή αρχή. 

Διαπίστωση γενική : το πολιτικό κενό διακυβέρνησης
Η απαξίωση των πολιτικών κομμάτων και της καθεστωτικής πολιτικής είναι το κύριο χαρακτηριστικό της σημερινής ελληνικής κοινωνίας στο πολιτικό επίπεδο. Η πρώτη και κύρια μεταρρύθμιση που χρειάζεται είναι ο δημοκρατικός μετασχηματισμός εκ θεμελίων του πολιτικού καθεστώτος.
Κάθε άλλη διαδικασία, ακόμα και αυτή των εκλογών που εμφανίζεται ως δημοκρατική, θα αναπαράγει το ίδιο αποτέλεσμα : οι επαγγελματίες πολιτικοί όποιας απόχρωσης στην κυβέρνηση ή την αντιπολίτευση, και η μεγάλη, η συντριπτική, πλειοψηφία των πολιτών στο περιθώριο. 
Τίποτα και καμιά λογική αντιπροσώπευσης δεν πρόκειται να αποκαταστήσουν την οριστική περιφρόνηση των πολιτών προς το υπάρχον πολιτικό καθεστώς και την πλήρη απώλεια εμπιστοσύνης στα πολιτικά κόμματα.

Θεμελιώδης αρχή : καταργείται μια για πάντα το επάγγελμα του πολιτικού 
Οι πολίτες γίνονται αυτοί που αποφασίζουν τη δημιουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας. 
Η δημιουργία αυτή δεν μπορεί να είναι το αποτέλεσμα μιας ημέρας, είναι όμως δυνατό να τεθεί από τώρα ο θεμέλιος λίθος της. Είναι η εξής απλή αρχή : καταργείται μια για πάντα το επάγγελμα του πολιτικού. Οποιοσδήποτε ορίζεται με κλήρωση ή εκλέγεται ή ορίζεται με το σύστημα της εναλλαγής σε οποιαδήποτε θέση, είναι όχι μόνο ανακλητός κάθε στιγμή, αλλά δεν έχει το δικαίωμα δεύτερης θητείας. Ό,τι είναι να δώσει ή να κάνει, θα είναι για μία και μόνο φορά μη ανανεώσιμη εφ’ όρου ζωής.
Συνέπεια, η έναρξη της κατάργησης της σημερινής κάστας των επαγγελματιών της πολιτικής και η απόλυση όλων των μελών της συντεχνίας που θρέφει όλες τις συντεχνίες. Έστω … με αποζημίωση ! 
Το πιο δύσκολο πρόβλημα αυτής της πορείας προς ένα δημοκρατικό σχήμα διακυβέρνησης μιας σύγχρονης κοινωνίας είναι η φάση της μετάβασης. Η κοινωνία οφείλει να λειτουργεί σε όλα της τα επίπεδα και οι υπάρχοντες νόμοι της να εφαρμόζονται. Και κυρίως να διαφυλάσσονται ως κόρη οφθαλμού όλα τα καταχτημένα δημοκρατικά δικαιώματα και να χαίρουν απόλυτου σεβασμού κυρίως οι γνώμες, τα δικαιώματα, και όλα όσα αφορούν τις οποιεσδήποτε μειοψηφίες ή μικρές ομάδες, μέχρι τον ένα και μοναδικό πολίτη.  
Ελευθερία και δημοκρατία είναι η δυνατότητα ενός και μόνου να πει τη γνώμη του και να διεκδικήσει τα δικαιώματά του. Ελευθερία και δημοκρατία είναι η υποχρέωση όλων να σεβαστούν τον ένα και μόνο, τη γνώμη του και τα δικαιώματά του. Τονίζω αυτή την αρχή, για δύο λόγους. Ο πρώτος είναι η εμπειρία. Ο δεύτερος είναι για να μην αντιταχτεί εύκολα το επιχείρημα ότι μια δημοκρατική μορφή, όπως αυτή που προτείνεται, θα μπορούσε να οδηγήσει σε αντιδημοκρατικές πράξεις. 
Αρχίζουν άμεσα οι διαδικασίες διερεύνησης της πιο άμεμπτης λύσης για τον ορισμό της κυβέρνησης που θα μπορούσε να εγγυηθεί την πορεία προς τη δημοκρατία : οι πολίτες γίνονται αυτοί που αποφασίζουν τη δημιουργία μιας δημοκρατικής πολιτείας. 

Καλούνται, καταρχήν, οι πολίτες να προτείνουν λύσεις. 
Αν αναφέρουμε την παραδοσιακή λύση που ονομάζεται υπηρεσιακή κυβέρνηση, τίθεται το ερώτημα ποιος θα την ορίσει και από ποιους θα αποτελείται. Η κλήρωση, και σε αυτό το πρώτο στάδιο, επιβάλλεται. Το ερώτημα είναι επίσης : πώς θα εξασφαλιστεί το αδιάβλητο της διαδικασίας ; 
Εμπειρία διοργάνωσης εκλογών, η χώρα έχει. Άν ήταν κάθε φορά αδιάβλητες, είναι μεγάλη συζήτηση. Ας υποθέσουμε καλοπροαίρετα ότι έχουμε τη δυνατότητα να διοργανώσουμε τουλάχιστον μια πανελλήνια δημοκρατική διαδικασία επιλογής αυτών που θέλουν να αποτελέσουν τη βουλή που θα διοργανώσει και μόνο την πορεία προς ένα δημοκρατικό σύνταγμα. Μιλώ για την εκλογή σε πρώτη φάση μιας «υπηρεσιακής κυβέρνησης», θα μπορούσαμε να την αποκαλέσουμε προπαρασκευαστική. Προτείνω μόνο ενδεικτικά, έτοιμος να δεχτώ οποιαδήποτε άλλη πρόταση.
Σε κάθε εκλογική περιφέρεια όλοι οι πολίτες ψηφίζουν με βάση κατάλογο διαμορφωμένο ελεύθερα και στον οποίο συμμετέχουν όσοι επιθυμούν με μόνη εξαίρεση τους επαγγελματίες πολιτικούς. Ο όρος δεν είναι καθόλου αόριστος. Οποιοσδήποτε έχει βουλευτικό, δημοτικό ή άλλο αξίωμα δεν μπορεί να συμμετέχει στη δημιουργία της προπαρασκευαστικής κυβέρνησης. Σε κάθε εκλογική περιφέρεια εκλέγεται ένας αριθμός πολιτών δεκαπλάσιος από τον υπάρχοντα αριθμό. Έτσι δημιουργείται ένα σώμα 3 000 πολιτών. Από το σώμα αυτό θα προέλθει με κλήρωση τώρα πια η βουλή τριακοσίων μελών και η προπαρασκευαστική κυβέρνηση. Είναι φανερό ότι οι 3 000 θα συνεδριάσουν πριν την κλήρωση, και αυτοί που θέλουν να συμμετάσχουν στην κλήρωση θα το δηλώσουν. 
Το σώμα των 3 000, η βουλή των 300 και η προπαρασκευαστική κυβέρνηση θα ανοίξουν τις διαδικασίες και θα εγγυηθούν τον αδιάβλητο χαρακτήρα της πορείας προς τη δημοκρατία. Η θητεία τους λήγει όταν θα ψηφιστεί από όλους τους πολίτες το νέο σύνταγμα. Κανένας από αυτούς δεν έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει οποιοδήποτε πόστο στο μέλλον.
Η βουλή λαμβάνει όλα τα σχέδια συντάγματος. Τα θέτει σε δημόσια συζήτηση ετήσιας διάρκειας. Διοργανώνει όλες τις διαδικασίες πιθανών συνθέσεων, και μελετά με όλους τους πολίτες τον καλύτερο τρόπο μιας τελικής ψήφισης. Παραδείγματος χάριν, τίθενται σε τελική ψήφιση σε όλο το εκλογικό σώμα 2 ή 3 ή 4 σχέδια συντάγματος. (Ελπίζω να μην αρχίσουν πάλι εδώ οι κραυγές περί ουτοπικών διαδικασιών και χρονοβόρων. Αν μια κοινωνία θέλει να συζητήσει το παρόν και το μέλλον της δημοκρατικά, οφείλει να αφιερώσει κόπο και χρόνο.) 

Πώς θα ορίζονται στο εξής απο το δημοκρατικό σύνταγμα οι κυβερνήσεις και τα μέλη τους, τα μέλη όλων των νομοθετικών σωμάτων, δεν είναι η ώρα να το προσδιορίσουμε. Η γνώμη μου παραμένει σταθερή : θα είμαι πάντα υπέρ της κλήρωσης, της συνεχούς ανακλητότητας, της απαγόρευσης δεύτερης θητείας. Λένε μερικοί ότι οι πολίτες είναι απαθείς και αδιάφοροι. Το αντίθετο ακριβώς ισχύει. Σε εκλογικό σώμα 10 εκατομμυρίων πολιτών (στρογγυλεύω τους αριθμούς), είναι ζήτημα αν υπερβαίνει το 1 εκατοστό, δηλαδή 100 χιλιάδες, ο αριθμός αυτών που νέμονται τα πόστα και παίρνουν τις αποφάσεις. (Μπορεί να λέγω και πολύ μεγάλο αριθμό.) Όλοι οι άλλοι, θέλουν δεν θέλουν, μένουν στο σπίτι τους. Και είναι 9 900 000 ! Έτσι, είναι απολύτως σίγουρο, ότι ανάμεσα σε όλους αυτούς τους πολίτες, μπορούμε να αναδεικνύουμε κάθε χρόνο 3 000 που θα έχουν την ευθύνη να χειρίζονται υπεύθυνα ορισμένα και προσδιορισμένα εκ των προτέρων θέματα. Μπορούμε να το επαναλαμβάνουμε αυτό περίπου για … 3 000 χρόνια ! 
Οι κρίσιμες πολιτικές αποφάσεις θα παίρνονται σε τακτά χρονικά διαστήματα ή και έκτακτα, από γενικές συνελεύσεις όλων των πολιτών, οι οποίες μπορούν κάλλιστα να διοργανώνονται με βάση τους υπάρχοντες εκλογικούς καταλόγους, αφού ενημερωθούν και εξυγιανθούν πλήρως, και οι οποίες μπορούν κάλλιστα και ρεαλιστικότατα να γίνονται στους χώρους των υπαρχόντων εκλογικών τμημάτων. Δεν είναι η ώρα να μπλέξουμε πάλι τους αρχαίους Αθηναίους στη συζήτησή μας, αλλά ας πούμε ότι και το χρόνο είχαν βρει και το χώρο είχαν φτιάξει για συνελεύσεις 6 000 πολιτών. Από όσο ξέρω, ο αριθμός των ψηφοφόρων στα σημερινά εκλογικά τμήματα κυμαίνεται ανάμεσα σε 500 και 600. 
Μια τεράστια εργασία πρέπει να γίνεται κάθε φορά για τη σύνθεση των συζητήσεων μιας πολυφωνικής κοινωνίας, και τη διαμόρφωση των τελικών προτάσεων προς ψήφιση από όλους, σε γενικές δημοψηφισματικές διαδικασίες. Αυτή είναι η τιμή της δημοκρατίας, το τίμημά της, η δόξα της, η φιλοτιμία της. 

Είναι η ανάληψη της συλλογικής ευθύνης, και της διακινδύνευσης όμως, για μια καλύτερη ζωή σε μια καλύτερη και πιο ελεύθερη κοινωνία. Θα ήταν πουκάμισο αδειανό και άφωνο κοχύλι η δημοκρατία, αν δεν την συνδέσουμε με τη ζωή μας και την ουσία της μέσα στην κοινωνία. Όπως δεν είναι καθόλου τυχαίο το σημερινό πολιτικό καθεστώς των επαγγελματιών της υπόσχεσης και η σημερινή κοινωνία δίχως νόημα που του πάει. Αλλά αυτό είναι μια άλλη συζήτηση, η ελεύθερη συζήτηση δημοκρατικών πολιτών που έχει ήδη αρχίσει και θα συνεχιστεί.     

        Νίκος Ηλιόπουλος

Παρίσι, 17 Ιουνίου 2013

σημείωση δική μας: κυκλοφορεί το νέο βιβλίο του Νίκου Ηλιόπουλου, "Άλλες στάσεις ζωής: Δοκίμια πολιτικής σκέψης" από τις εκδόσεις Νησίδες (2013)